Παρασκευή 23 Δεκεμβρίου 2011

Τα καμώματα της χρυσαφένιας μπαλίτσας

Υπόθεση
Πλησιάζουν Χριστούγεννα. Μια μικρή χρυσαφένια μπαλίτσα που στολίζει το δέντρο στο οικογενειακό σαλόνι, ονειρεύεται μεγαλεία. Θέλει να πετάξει και να βρεθεί στο μεγάλο έλατο στο κέντρο της πόλης, ώστε να μπορούν να τη θαυμάσουν περισσότεροι άνθρωποι. Θα τα καταφέρει άραγε να πραγματοποιήσει το σχέδιό της;

Χαρακτηριστικά 
Εκδότης: Ψυχογιός
Συγγραφέας: Χρυσάνθη Τσιαμπαλή - Κελεπούρη
Εικονογράφηση: Ναταλία Καπατσούλια
ISBN: 978-453-060-7
Έτος 1ης Έκδοσης: 2006
Σελίδες: 61
Τιμή: περίπου 4 ευρώ
Ηλεκτρονική αγορά εδώ
Τάξεις: Β’, Γ’, Δ’

Κριτική
Αλληγορική χριστουγεννιάτικη ιστορία που παρά τον εύθυμο χαρακτήρα της, μπορεί να δώσει έναυσμα για μια συζήτηση με πολύ σοβαρό περιεχόμενο. Η απλή γλώσσα, οι μεγάλοι χαρακτήρες και το διπλό διάστιχο συμβάλλουν στην ξεκούραστη ανάγνωση, ενώ η γραφή, προφανώς επηρεασμένη από την ενασχόληση της συγγραφέως με παιδιά νηπιαγωγείου, μπορεί κάποιες φορές να μοιάζει απλοϊκή, αλλά στην ουσία της είναι γεμάτη ευαισθησία και οξυδέρκεια. Οι διάλογοι είναι ζωντανοί, σύγχρονοι και το κείμενο τελικά πολύ καλογραμμένο, οπότε δεν θα δυσκολέψει τους μικρούς αναγνώστες. Ωστόσο, το γεγονός ότι παρά την έκτασή του δεν χωρίζεται σε κεφάλαια, αποτελεί σίγουρα ψεγάδι που αφορά στη γενικότερη επιμέλεια. Επιπλέον, η εικονογράφηση, παρότι έγχρωμη, περιορίζεται σε διακοσμητικό ρόλο και παραμένει στο περιθώριο σαν φτωχός συγγενής· Σχεδόν σε κάθε σελίδα, συναντάμε μικρά σχέδια από προσωποποιημένα στολίδια δέντρου που απλώς βρίσκονται εκεί, χωρίς να εξυπηρετούν στην κατανόηση της πλοκής ή να παρέχουν επιπρόσθετες πληροφορίες στους αναγνώστες. Στην πρώτη και την τελευταία σελίδα του βιβλίου, τα παιδιά θα βρουν τέσσερις έγχρωμες εικόνες από χαρτόνι για να στολίσουν το χριστουγεννιάτικο δέντρο ή το δωμάτιό τους.

Το βιβλίο προτείνεται κυρίως σε μαθήτριες και μαθητές της Β’, Γ’ και Δ’ τάξης, ενώ ίσως φανεί χρήσιμο σε γονείς με φιλόδοξα παιδιά, που επιθυμούν να κάνουν μαζί τους μια μικρή συζήτηση για τα όσα καμιά φορά επιφυλάσσει το μέλλον.

Όταν ζητάς κάτι με όλη σου την ψυχή, ακόμη κι αν αυτό φαντάζει ακατόρθωτο, η ζωή δεν σου στερεί την ευκαιρία να δοκιμάσεις τα φτερά σου. Το όμορφο δίδαγμα που συναντάμε συχνά σε παιδικά κείμενα (Κίκο, Τριγωνοψαρούλης, κ.ά.) επιστρέφει και σε αυτό το βιβλίο, με σημαντικές ωστόσο διαφορές.

Η ηρωίδα του έργου, μια μαντάμ Σουσού των χριστουγεννιάτικων στολιδιών, παρουσιάζεται σε αντίθεση με άλλους πρωταγωνιστές παιδικής λογοτεχνίας ιδιαίτερα αλαζονική και υπεροπτική, ενώ το όνειρο που θέλει να πραγματοποιήσει ακούγεται λιγότερο σαν στόχος ζωής και περισσότερο σαν «ψώνιο»: Ενώ ήδη την καμαρώνουν οι ένοικοι του σπιτιού και την αγαπάνε οι φίλοι της, εκείνη θέλει να τους εγκαταλείψει για να παρουσιαστεί σε περισσότερους ανθρώπους και να αποσπάσει τον θαυμασμό τους.

Στο ξεκίνημα λοιπόν της ιστορίας, οι αναγνώστες είναι σχεδόν σίγουρο ότι δεν θα συμπαθήσουν την πρωταγωνίστρια. Στη συνέχεια ωστόσο, καθώς βλέπουν πως η επιμονή της την οδηγεί στην επιτυχία, αλλά και ζουν από κοντά τις διάφορες περιπέτειές της, είναι πολύ πιθανό να αρχίσουν να συμπάσχουν μαζί της. Όταν τελικά το όνειρο αποδειχθεί εφιάλτης, και σαν βρεγμένη γάτα η ηρωίδα πάρει το δρόμο της επιστροφής, αυτή η αρχική αποστασιοποίηση των παιδιών μπορεί να τα προφυλάξει από το αίσθημα ματαίωσης που στο σημείο εκείνο είναι διάχυτο. Αν όλο αυτό γίνεται σκόπιμα, και η συγγραφέας παρουσιάζει αρχικά την μπαλίτσα τόσο αχώνευτη, με σκοπό αργότερα να προστατέψει τους μικρούς αναγνώστες, πρόκειται για ένα τέχνασμα πολύ επιτυχημένο. Ίσως έτσι τα παιδιά αποφύγουν να πιστέψουν ότι και τα δικά τους μεγαλεπήβολα σχέδια για το μέλλον θα τα οδηγήσουν στη γελοιοποίηση. 

Η συζήτηση με τους γονείς πάνω στα νοήματα του βιβλίου είναι πολύ σημαντική, επειδή το δίδαγμα της ιστορίας μπορεί να διαφέρει πολύ ανάλογα με την ανάγνωση που γίνεται. Αναλυτικότερα:

Η μπαλίτσα, από το περιθώριο που αρχικά επιλέγει η ίδια -επειδή πιστεύει πως είναι ανώτερη-, οδηγείται σε ένα περιθώριο που επιλέγουν οι άλλοι γι’ αυτήν -επειδή πιστεύουν πως είναι κατώτερη. Η αντίδρασή της είναι γρήγορα να επιστρέψει σπίτι, αφού κατανοεί την αληθινή αξία της οικογένειας / φιλίας. Εδώ θα πρέπει να προσέξουμε, ώστε κάποιοι αναγνώστες - μαθητές που νιώθουν περιθωριοποιημένοι στο σχολείο, να μην εκλάβουν ως μήνυμα ότι η μοναδική λύση του προβλήματός τους είναι η φυγή και η επιστροφή στην οικογενειακή εστία, όπου όλοι τους αγαπάνε.

Για κάποιους άλλους, το τελικό μήνυμα ίσως να έχει μια δόση συντηρητισμού, κάτι σαν “μην αιθεροβατείς, γιατί θα αναγκαστείς να γυρίσεις πίσω”, οπότε αξίζει να γίνει μια συζήτηση γύρω από το πόσο βοηθάει η σωστή οργάνωση, η εκπόνηση ενός βιώσιμου πλάνου και η επαρκής πληροφόρηση πριν αρχίσουμε να ενεργούμε.

Ίσως πάλι για άλλους να προβάλλεται η φιλόδοξη άποψη του Ιουλίου Καίσαρα καλύτερα πρώτος στο χωριό παρά δεύτερος στην πόλη. Ή για κάποιους που δεν στέκονται στην πανωλεθρία της μπαλίτσας, το δίδαγμα να είναι ότι μόνο με επιμονή και αδιαφορία απέναντι στις κοινωνικές συμβάσεις, μπορούμε να πετύχουμε τα όνειρά μας (βλ. και Ο πόλεμος της τέχνης).

Προσωπικά, το βασικό μήνυμα που μου ψιθύρισε η ιστορία είναι το Πρόσεχε τι εύχεσαι γιατί μπορεί να σου συμβεί. Η χρυσαφένια μπαλίτσα της ιστορίας το μαθαίνει με τον δύσκολο τρόπο, τα παιδιά όμως που θα διαβάσουν το βιβλίο έχουν την ευκαιρία να το κατανοήσουν αυτό πολύ πιο ξεκούραστα.

Αξίες - Θέματα
Φιλία, Φιλοδοξία, Επιμονή, Αλαζονεία, Χριστούγεννα

Εικονογράφηση


Απόσπασμα 
- Αχ! Πόσο όμορφα αισθάνομαι κάθε χρόνο αυτές τις μέρες! ψιθύρισε μια όμορφη ασημιά μπάλα στο αγγελάκι που βρισκόταν δίπλα της. Νιώθω την καρδιά μου ν’ ανοίγει και να χωρά όλη την αγάπη του κόσμου…

Και τα άλλα στολίδια, όμως, το καθένα με τον δικό του τρόπο, χαίρονταν αυτή τη βραδιά. Όλα. Όλα εκτός από ένα…

- Ουφ! Ουφ! ακούστηκε ένα απαλός αναστεναγμός μέσα στη γλυκιά γαλήνη του σπιτιού.

Τα στολίδια κοίταξαν γύρω τους να δουν από πού ερχόταν αυτή η λυπημένη φωνή.

-Ουφ! Ουφ! ακούστηκε ξανά.

Ήταν μια μικρή αστραφτερή χρυσαφένια μπαλίτσα στο ψηλότερο κλαδί του δέντρου που αναστέναζε.

- Γιατί αναστενάζεις, καλή μου; τη ρώτησε μια κόκκινη μπάλα με χρυσαφιές λωρίδες, αρκετά μεγαλύτερη, που βρισκόταν στα μεσαία κλαδιά του δέντρου. Σου συμβαίνει κάτι;

- Όχι… όχι, τίποτα δε μου συμβαίνει, απάντησε η μπαλίτσα.

Λίγη ώρα αργότερα, όμως, οι ίδιοι αναστεναγμοί ακούστηκαν ξανά και  μάλιστα πιο δυνατοί. Αυτή τη φορά η κόκκινη μπάλα επέμεινε περισσότερο.

- Μα… πες μας, καλή μου, τι σου συμβαίνει;

Είναι φανερό πως κάτι έχεις!

- Ναι, πες μας τι σου συμβαίνει, την παρακίνησαν και οι άλλες μπάλες.

- Τι να συμβαίνει;… Να… απλώς είναι όλα τόσο βαρετά… τόσο πληκτικά! απάντησε διστακτικά η μικρή χρυσαφένια μπαλίτσα.

- Πληκτικάαα; Πληκτικάαα; ρώτησαν σαν σε χορωδία και γεμάτα έκπληξη όλα τα στολίδια του σαλονιού μαζί!

- Ναι, πληκτικά! επανέλαβε η χρυσαφένια μπαλίτσα λίγο πιο δυνατά αυτή τη φορά.

- Μα πώς είναι δυνατό να βρίσκεις πληκτικά τα Χριστούγεννα; ξαναρώτησε γεμάτη απορία η κόκκινη μπάλα με τις χρυσαφιές λωρίδες. Μήπως εννοείς «εκ–πλη–κτι–κά»;

- Μμμ! Όχι! Όχι! Εννοώ αυτό που είπα, φώναξε αυτή τη φορά δυνατά και αποφασιστικά η μπαλίτσα. Κάθε χρόνο τα ίδια και τα ίδια… το σπίτι, τα παιδιά, λίγοι συγγενείς… Βαρέθηκα! Είναι τόσο άδικο για μένα!

- Λυπάμαι, γλυκιά μου, αλλά εξακολουθώ να μη σε καταλαβαίνω! Τι είναι άδικο για σένα; Εξήγησέ μας!

- Μα κοιτάξτε με! Κοιτάξτε με, όλοι σας, προσεχτικά! Βλέπετε πόσο όμορφη είμαι! Λαμπερή χρυσόσκονη έχει πασπαλιστεί στο κορμάκι μου και κάθε φορά που κουνιέμαι λίγο, αστράφτω ολόκληρη. Κοιτάξτε και δω, αριστερά μου, και δεξιά μου, είμαι στολισμένη με αστεράκια πιο όμορφα και απ’ αυτά του ουρανού. Όσο για τα κεντημένα με χρυσή κλωστή λουλούδια μου, τα βλέπετε μόνοι σας… είπε όλο καμάρι η μπαλίτσα.

- Και τι σχέση έχουν όλα αυτά; Δε σε καταλαβαίνω, την ξαναρώτησε με μεγαλύτερη απορία από πριν η κόκκινη μπάλα. Για όλα αυτά τα όμορφα στολίδια που φοράς επάνω σου θα έπρεπε να είσαι χαρούμενη και όχι στενοχωρημένη.

- Έχουν σχέση, γιατί, μια και είμαι τόσο εντυπωσιακή, θα έπρεπε να βρίσκομαι στο μεγάλο δέντρο της πόλης, στο κέντρο της πλατείας! Εκεί απ’ όπου περνούν τόσοι άνθρωποι κάθε μέρα και θαυμάζουν τα όμορφα στολίδια του. Εκεί θα έπρεπε να βρίσκομαι, να με φωτίζουν τα μεγάλα φώτα της πόλης και εγώ να αστράφτω σαν αστεράκι του ουρανού, και όλοι να μένουν άφωνοι από την ομορφιά μου… Εκεί και όχι εδώ που λίγοι με βλέπουν και ακόμη λιγότεροι με προσέχουν, κατέληξε, έτοιμη να βάλει τα κλάματα, η μικρή χρυσαφένια μπαλίτσα.

- Νομίζω πως υπερβάλλεις, χρυσή μου! Και εδώ σε θαυμάζουν, όλους μας θαυμάζουν δηλαδή! Δεν είδες πόση χαρά έκαναν τα παιδιά όταν άνοιξαν τα κουτιά μας! Πόσο ενθουσιάστηκαν όταν μας ξαναείδαν! Πόσο απαλά μας κρατούσαν στα χέρια τους, τα χρυσά μου, και με πόση προσοχή μας έδιναν στη μητέρα τους για να μας τοποθετήσει στο δέντρο!

- Σαν να είμαστε κάτι πολύτιμο, συμπλήρωσε μια μεγάλη χρυσαφένια μπάλα από το τελευταίο κλαδί του δέντρου.
Άσε που εκτός από την οικογένεια των παιδιών θα έρθουν όλοι οι συγγενείς και πολλοί φίλοι αυτές τις γιορτινές μέρες. Δεν της φτάνει να τη θαυμάσουν αυτοί; σκέφτηκε θυμωμένος ο φωτεινός Αϊ-Βασίλης, που δεν του άρεσαν καθόλου τα λόγια της μπαλίτσας. Αλλά δε θέλησε να μιλήσει.

Η μπαλίτσα έμεινε για λίγο σκεφτική.

- Μμμ! Δεν ξέρω… δεν ξέρω, απάντησε γεμάτη αμφιβολίες. Τα παιδιά χάρηκαν όταν μας έβγαλαν από τα κουτιά, αλλά δε φτάνει μόνο αυτό!

- Μα πώς είναι δυνατό να μην είδες τον ενθουσιασμό των παιδιών; τη ρώτησε μια πράσινη γιρλάντα στολισμένη με παχύ χιόνι.

- Ο ενθουσιασμός των παιδιών ήταν καλός, αλλά λίγος. Τι να κάνω τον ενθουσιασμό δύο παιδιών όταν θα μπορούσα να έχω πενήντα δύο, εκατόν δύο, πεντακοσίων δύο, χιλίων δύο; Εγώ φτιάχτηκα για το ψηλό κλαδί ενός δέντρου που θα το θαυμάζουν όλοι και όχι για το δεντράκι μιας οικογένειας, που δεν θα το δει σχεδόν κανείς! επανέλαβε γεμάτη υπεροψία η μπαλίτσα.

Μα τι ήταν αυτά που άκουγαν τα στολίδια! Ποτέ δε φαντάζονταν πως η μικρή μπάλα, που πέρυσι έδειχνε τόσο χαρούμενη στα κλαδιά του δέντρου τους, φέτος θα μιλούσε με τόση αδιαφορία και αλαζονεία για το σπίτι που τους φιλοξενούσε. Μπα, καμιά κρίση θα είναι και θα της περάσει! σκέφτηκαν. Αν της μιλήσουμε, σίγουρα θα καταλάβει πως δεν είναι έτσι τα πράγματα.


Share/Bookmark

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

διαβάσαμε και σχολιάζουμε...σχολιάζουμε...σχολιάζουμε...